- κατέγραψα
- καταγράφωscratchaor ind act 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
καταγράφω — κατέγραψα, καταγράφηκα, καταγραμμένος, αναγράφω, καταχωρίζω, σημειώνω, το περνώ στα βιβλία μου: Οι ιδέες του είναι καταγραμμένες στο βιβλίο αυτό … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κατέγραψ' — κατέγραψα , καταγράφω scratch aor ind act 1st sg κατέγραψε , καταγράφω scratch aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταγράφω — καταγράφω, κατέγραψα βλ. πίν. 13 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής